Η ονομασία της Μελιταίας σχετίζεται με τον παρακάτω μύθο ο οποίος αναφέρεται από τον Αντωνίνο Λιβεράλις (τέλη του 1ου με 3ο αιώνα μ.Χ) στο έργο του "Μεταμορφώσεων Συναγωγή". Το έργο αυτό ασχολείται με μεταμορφώσεις ανθρώπων και ζώων και διασώζει σπάνιες ελληνόφωνες μυθικές παραλλαγές και τοπικές διαδόσεις.

Ο μύθος του Μελιτέα

 Μετάφραση

 

Ο Δίας και η νύμφη Οθρυίδα απέκτησαν ένα γιο, τον Μελιτέα. Αυτόν η μητέρα του τον εγκατέλειψε στο δάσος φοβούμενη την Ήρα, επειδή συνευρέθηκε με τον Δία. Το παιδί, με απόφαση του Δία, δεν πέθανε, αλλά μεγάλωσε τρεφόμενο από μέλισσες.

Το βρήκε, βόσκoντας τα πρoβατά του, ο Φάργος, γιος του Απόλλωνα και της νύμφης Οθρυίδας, η οποία γέννησε τον Μελιταία στο δάσος. Θαυμάζοντας τον όγκο του σώματος και επιπλέον τις μέλισσες μετέφερε το παιδί στο σπίτι του, όπου το ανέθρεψε με πολύ φροντίδα και το ονόμασε Μελιτέα, επειδή ανατράφηκε από τις μέλισσες. Θυμήθηκε μάλιστα, έναν χρησμό, με τον οποίο κάποτε ο Θεός του είπε ότι θα σώσει κάποιον που είναι αδερφός του και τρέφεται από τις μέλισσες. Μεγαλώνοντας γρήγορα το παιδί έγινε γενναίος άντρας, κυβέρνησε πολλούς κατοίκους της περιοχής και ίδρυσε μια πόλη στην Φθία, την οποία ονόμασε Μελιταία. Στην πόλη αυτή έγινε τύραννος και αλαζόνας, τον οποίο οι μεν ντόπιοι ούτε καν τον κατονόμαζαν οι δε ξένοι τον ονόμαζαν Τάρταρο. Όταν μάθαινε ότι κάποια ντόπια κοπέλα ξεχώριζε για την ομορφιά της, την έπαιρνε και συνευρισκόταν μαζί της με τη βία, πριν από το γάμο.

Κάποτε, λοιπόν, διατάχθηκαν οι υπηρέτες του να πάρουν την Ασπαλίδα, την κόρη του Αργαίου, ενός από τους επιφανείς άνδρες της πόλης. Η κοπέλα, μόλις μαθεύτηκε η είδηση αυτή, κρεμάστηκε πριν φτάσουν οι απεσταλμένοι του Μελιτέα. Και ενώ δεν είχε ακόμα μαθευτεί η πράξη της, ο Αστυγίτης, αδελφός της Ασπαλίδας, ορκίστηκε ότι πρώτα θα τιμωρήσει τον τύραννο και μετά θα κατεβάσει το σώμα της αδερφής του. Αφού φόρεσε γρήγορα την ενδυμασία της Ασπαλίδας και έκρυψε στο αριστερό πλευρό το ξίφος, δεν έγινε αντιληπτός, επειδή έμοιαζε με παιδί. Αφού μπήκε στο σπίτι σκότωσε τον τύραννο που ήταν άοπλος και αφύλακτος.

Οι Μελιταιείς τον μεν Αστυγίτη στεφάνωσαν και συνόδευσαν με παιάνες το δε σώμα του τυράννου το πέταξαν και το βύθισαν στο ποτάμι, το οποίο από εκείνη την εποχή αποκαλούν Τάρταρο. Το σώμα τις Ασπαλίδας ψάχνοντάς το με κάθε τρόπο, δεν μπόρεσαν να το βρουν για να το θάψουν επισήμως. Με τη θέληση του θεού εξαφανίστηκε και  αντί για το σώμα εμφανίστηκε ένα ξόανο στημένο δίπλα σε αυτό της Άρτεμης. Οι ντόπιοι ονόμασαν αυτό το ξόανο Άρτεμη Αμειλήτη Εκαέργη, στο οποίο κάθε χρόνο οι κοπέλες της πόλης κρεμούσαν μια κατσίκα που δεν είχε γεννήσει, γιατί και η Ασπαλίδα ήταν παρθένα όταν απαγχονίστηκε.